Οργή

Αν με ρώταγε κάποιος ποιος από τους δυο γονείς μου ήταν πιο ευαίσθητος πριν χρόνια, χωρίς καμιά σκέψη θα έλεγα ο πατέρας μου. Η μάνα μου ήταν πάντα αγχώδης, αυτό δεν το λες ευαισθησία, αλλά ήταν πιο σκληρή σαν χαρακτήρας. Ο πατέρας μου τα έπαιρνε πάντα όλα προσωπικά. Η αδικία τον κατάτρωγε. Τα Χριστούγεννα του έφερναν βαθιά κατάθλιψη γιατί έφερναν στην επιφάνεια τις ανισότητες και την φτώχεια.

Ο πατέρας μου «έφυγε» τον Φλεβάρη του 2009. Δεν άφησε στη μάνα μου καμιά περιουσία, δεν είχε τίποτα εκτός από την σύνταξή του για την οποία δούλευε από 11 χρονών. Και το σπίτι που έμεναν, με ενοίκιο ήταν. Και εκεί μένει ακόμα η μάνα μου. Προσπαθώ να την πείσω να μετακομίσει σε κανένα μικρότερο, φτηνότερο ίσως… Που να έχει κεντρική θέρμανση, να μην έχει σκάλες. Αλλά δεν μπορεί να αποχωριστεί την ρουτίνα του πρωινού καφέ στη κουζίνα κουβεντιάζοντας με τον -φανταστικό πια- σύντροφό της. Κάποια στιγμή όμως θα αναγκαστεί να μετακομίσει. Γιατί πως μπορείς να ζεις όλη την μέρα σου σε ένα σπίτι που δεν ζεσταίνεται με τίποτα, ξαπλωμένη στο κρεβάτι, με γάντια κουκουλωμένη κάτω από παπλώματα; Δεν ξέρω πως τα καταφέρνει με την πενιχρή σύνταξη που παίρνει. Και δεν ξέρω για πόσο θα την παίρνει ακόμα. Τρώει λίγο, της αφαίρεσαν το στομάχι που σάπισε από τον καρκίνο 6 μήνες μετά τον θάνατο του άντρα της. Αλλά πάντα καταφέρνει να τακτοποιεί τους λογαριασμούς της. Βέβαια, τηλέφωνα πια δεν παίρνει εκτός από εμένα και τον αδελφό μου. Δεν έχει πια φίλους και συγγενείς. Για θέρμανση της έχω πάρει κάτι θερμοπομπούς που δεν τους ανάβει ποτέ. Προτιμά του γκαζιού και τη σόμπα της κεροζίνης. Για οικονομία, εννοείται.

Από μια πλευρά είμαι ευγνώμων που ο πατέρας μου δεν ζει πια. Γιατί αν ζούσε, είμαι σίγουρος πως θα υπέφερε πάρα πολύ βλέποντας πως μετά από τους κόπους μια ζωής -μηχανικός αυτοκινήτων ήταν, αλλά αποκαλούσε τον εαυτό του «μουτζούρη»- αυτό το κράτος που πάντα πίστευε και που, μάλιστα, στήριζε με πάθος, τον πέταγε μαζί με τον άνθρωπό του στο περιθώριο. Δεν θα το άντεχε με τίποτα. Θα πέθαινε πολύ πικραμένος αλλά και με το άγχος της μάνας μου που θα την άφηνε πίσω σε τέτοια χάλια.

Όσο για μένα… ενώ είχα δώσει μια υπόσχεση να την προσέχω, έχω φτάσει στο σημείο να κοιτάζω με σοκ και δέος μη μπορώντας να κάνω πια τίποτα. Το μόνο πράγμα που μου μένει είναι η οργή. Δεν είμαι σαν τον πατέρα μου. Μπορεί να είμαι ευαίσθητος αλλά είμαι και θυμωμένος. Και για όλη την αδικία που έχω βιώσει και που βιώνω, ορκίζομαι στα κόκαλά του πως θα προσπαθήσω να κάνω τους υπαίτιους να πληρώσουν. Και υπαίτιοι δεν είναι μόνο όσοι κερδίζουν από την αδικία αλλά και όλοι όσοι την ανέχονται.

Σχολιάστε